Πασόκος δεν υπήρξα ποτέ. Ούτε τόσο δα. Ούτε από μακριά. Μπορώ να πω, μάλιστα, ότι στο μεγαλύτερο μέρος του ενεργού και ανενεργού πολιτικού μου βίου υπήρξα αντιπασόκος. Μερικές φορές μέχρι εμπάθειας. Άλλοτε λόγω αριστερών συνδρόμων, άλλοτε λόγω αντικυβερνητικής αλλεργίας. Και το ΠΑΣΟΚ -ζωή να ’χει- στον τριαντατριάχρονο βίο του έχει υπάρξει κυρίως ως κυβέρνηση. Για 19 από τα 33 χρόνια του.
Αυτό αποτελεί από μόνο του μια φυσική ανισορροπία. Φανταστείτε έναν 33χρονο που ανακαλύπτει ότι πέρασαν τα καλύτερα χρόνια του με ελάχιστες ερωτικές εμπειρίες, χωρίς εφηβικές ανησυχίες, χωρίς νεανικές παραβάσεις, χωρίς περιπέτειες, ζαβολιές, παρασπονδίες και ρίσκα. Χωρίς γρατσουνιές, μώλωπες και σκισμένα ρούχα. Χωρίς να έχει νιώσει ποτέ την αδρεναλίνη του να ανεβαίνει στα ύψη. Σαν παρθένος που τον παρέδωσαν αμύητο στα χέρια ακριβής πόρνης, σε μπουρδέλο πολυτελείας. Όλη την εφηβεία, όλη τη νεανική ακμή του την πέρασε σε καθωσπρέπει σαλόνια, στα μέγαρα της εξουσίας, σε βαρετές δημόσιες σχέσεις. Τι στέρηση πρέπει να νιώθει! Ένας νέος, που το αίμα του θα έπρεπε να βράζει, να αισθάνεται ολάκερος νερόβραστος!
Το ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, είχε ελάχιστες εμπειρίες αντιπολίτευσης, σχεδόν δεν πέρασε παιδικές αρρώστιες, δεν πήρε ρίσκα εκτός εξουσίας κι όλες οι ρήξεις που υποσχέθηκε έγιναν καθωσπρέπει πολιτικές, στρογγυλές επιλογές, μελαγχολικοί συμβιβασμοί. Απ’ αυτούς που προσθέτουν πολλά χρήματα, περιττά κιλά και χοληστερίνη.
Θα μπορούσε κανείς να πει το ίδιο και για τη Νέα Δημοκρατία, αλλά στην πραγματικότητα αυτή δεν υπήρξε ποτέ το νέο κόμμα που ήταν το 1974 το ΠΑΣΟΚ. Η Ν.Δ. ήταν η αμήχανη, φυσική συνέχεια όλων των συντηρητικών μορφωμάτων της προδικτατορικής περιόδου, με τα ίδια πάνω κάτω υλικά, τα ίδια πρόσωπα, τις ίδιες φαμίλιες που συνδέονται με όλες τις εναλλαγές ανωμαλίας και ομαλότητας της μεταπολεμικής πολιτικής ιστορίας (αν υπήρξε ποτέ έστω κι ένα μικρό διάλειμμα ομαλότητας). Δεν πήρε χαμπάρι από τη μικρή ιδεολογική κοσμογονία που συνέβη στη Δικτατορία και λίγο μετά απ’ αυτήν.
Το ΠΑΣΟΚ ήταν κάτι πραγματικά καινούργιο. Όχι μόνο γιατί έφερε στο πολιτικό προσκήνιο την τρομακτικά απούσα στην Ελλάδα σοσιαλιστική συνιστώσα – πανταχού παρούσα σε όλη τη Δυτικοευρώπη εδώ και έναν αιώνα. Αλλά και γιατί έδωσε στην πολιτική διαπάλη ένα νέο περιεχόμενο, αντιπαραθέτοντας στον απολιτίκ διαχωρισμό «δημοκρατικών» και μη δυνάμεων, μια νέα κοινωνική πόλωση. Έστω και ρητορικά, έστω και μέσα σε έναν ωκεανό ιδεολογικών συγχύσεων και χοντροκομμένων πολιτικών δανείων από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, έφερνε στο κέντρο της πολιτικής τις κοινωνικές δυνάμεις. Έστω κι αν τις σκιαγραφούσε πολύ θολά, πολύ απλοϊκά. Κάτι τέτοιο, μέχρι το 1974, το έκανε μόνο το ΚΚΕ και η όλη Αριστερά. Η περίφημη πασοκική συμμαχία των μη προνομιούχων ήταν κάτι χειροπιαστό, ικανή να φιλοξενήσει στα ασαφή της σύνορα τους μισοπρολετάριους, τους μικροϊδιοκτήτες, τους μικρογαιοκτήμονες, τους μικροαστούς, τους μικροεπιχειρηματίες και όλο το εκκολαπτήριο των περίφημων νέων τζακιών που αργότερα εκσφενδονίστηκαν στο νεοελληνικό αστικό σύμπαν, μετέωροι ανάμεσα στον παρασιτισμό και την οικονομική καινοτομία. Αυτή η ανεπιτήδευτη ασάφεια της πασοκικής κοινωνικής συμμαχίας των μη προνομιούχων αντιστοιχούσε λίγο-πολύ και στον ολότελα ρευστό μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας, στα δυσδιάκριτα σύνορα των τάξεων που δύσκολα μπορούσαν να ταυτοποιηθούν με το διπολικό σχήμα της Αριστεράς «αστοί και προλετάριοι». Οι αγρότες που συνέχιζαν να συνωστίζονται στις πόλεις, οι μισθωτοί που συνωθούνταν στον διαρκώς διογκούμενο κρατικό τομέα, οι έκπτωτοι προλετάριοι – θύματα της αποβιομηχάνισης, οι τεχνίτες και οι επαγγελματίες, που δοκίμαζαν τις δυνάμεις τους στη «δική τους δουλειά», διψούσαν για οικονομικές και κοινωνικές ευκαιρίες. Όλες τους οι προσδοκίες αποτυπώθηκαν σαρωτικά στην πολιτική πλημμυρίδα ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’80.
Μην το ψάχνετε πολύ, μην ανοίγετε βαρύγδουπα εγχειρίδια πολιτικοοικονομικής ανάλυσης του μεταπολιτευτικού κοινωνικού μετασχηματισμού (παρ’ ότι υπάρχουν πολλά με τα οποία μπορείτε, κυρίως, να διασκεδάσετε). Ψάξτε το εμπειρικά, ανάμεσά σας, στο περιβάλλον σας. Αν έχετε περάσει το κατώφλι των 40, έχετε δει προφανώς αρκετούς παλιούς φίλους, γνωστούς, συμμαθητές, συμφοιτητές, συναδέλφους, συγγενείς να ανεβαίνουν θεαματικά στα ρετιρέ της κοινωνικής κλίμακας: λογιστές να γίνονται τραπεζίτες, προσωπάρχες να εξελίσσονται σε ιδιοκτήτες ομίλων, φατουρατζήδες να μεταμορφώνονται σε μεγαλοεργολάβους, τυχοδιώκτες να εκτοξεύονται στην κορυφή των επενδύσεων, μικρομαγαζάτορες να είναι ιδιοκτήτες βιομηχανικών κολοσσών ή μεγάλων εμπορικών αλυσίδων. Όλοι τους είναι προϊόντα του «αιώνα ΠΑΣΟΚ» (που ήταν πολύ μικρότερος από αιώνα). Όλοι τους του οφείλουν είτε την προνομιακή τους σχέση με τις κρατικές προμήθειες είτε τη γενναιόδωρη πολιτική αρωγή στην οικονομική τους μεγέθυνση.
Το κυβερνοΠΑΣΟΚ έφτιαξε νέα μεγάλα τζάκια, αλλά και νέα μεσαία και μικρά τζάκια. Ο μετασχηματισμός στον οποίο συνέβαλε μπορεί να μην αφορούσε την πλειοψηφία των «μη προνομιούχων» που τελικά έμειναν ανέστιοι (χωρίς τζάκια), αλλά αφορούσε αρκετούς. Λίγο με το κοινοτικό χρήμα, λίγο με το κρατικό χρήμα, που γνώρισε μέρες ακμής χάρη στην πρωτοφανή διεύρυνση της φορολογικής βάσης (κάποτε φορολογείτο όχι πάνω από το 10% των ψηφοφόρων, σήμερα πάνω από το 50%), συνέβαλε στην πιο θεαματική αναδιανομή εισοδήματος των μεταπολεμικών χρόνων. Ο κοινωνικός πλούτος ξέφυγε από τον ασφυκτικό έλεγχο της πολύ στενής οικονομικής ελίτ, των παραδοσιακών αστών που στήριζαν με σθένος το συντηρητικό πόλο του πολιτικού συστήματος (και φυσικά όλες τις αυταρχικές εκτροπές της μεταπολεμικής περιόδου). Διαχύθηκε σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, έστω και με όρους στρεβλούς, αντιπαραγωγικούς, ληστρικούς ή και καταστροφικούς γι’ αυτό που αποκαλούμε «εθνική οικονομία». Κι αυτά τα στρώματα, αυτές οι μικρές και μεγάλες νησίδες ευνοημένων, κάθετα διασπαρμένες στην κοινωνική πυραμίδα, στήριξαν με πάθος τον νέο πολιτικό πόλο για 19 χρόνια. Και στην περίοδο του «σοσιαλισμού» του και στην περίοδο της «σταθεροποίησης» και στην έσχατη εκδοχή του «εκσυγχρονισμού» του.
Αλλά αυτή η «προσφορά» του ΠΑΣΟΚ είναι και η θεμελιώδης αδυναμία του. Διαμόρφωσε μια τυχοδιωκτική, παρασιτική σχέση με τα στρώματα που ευνόησε. Ιδιαίτερα με τα οικονομικά ισχυρότερα. Κι αυτά του στρέφουν σήμερα την πλάτη, με τον τυχοδιωκτισμό και τον παρασιτισμό που το ίδιο τους εμφύσησε. Συνωστίζονται στον άλλο, συντηρητικό, πόλο της εξουσίας που εγγυάται, τουλάχιστον, διασφάλιση των κεκτημένων. Τους βρυχηθμούς για μεταρρυθμίσεις, μαχαίρια που φτάνουν στο κόκαλο, εξυγίανση στις σχέσεις δημόσιας και ιδιωτικής οικονομίας δεν τους παίρνουν τοις μετρητοίς. Το έμαθαν πια: σκύλος που γαβγίζει δεν δαγκώνει.
Το ΠΑΣΟΚ περνά, λοιπόν, αναγκαστικά σε μια μακρά περίοδο πένθους, βαθιάς λύπης – όπως γλαφυρά λέει και ξαναλέει ο Βενιζέλος. Τι πενθεί; Πρώτον, έναν θάνατο. Τον θάνατο της νεότητάς του, σπαταλημένης σε μια μακρόχρονη σχέση με την εξουσία, η οποία του ρούφηξε όλη την ικμάδα. Δεύτερον, ένα διαζύγιο. Το διαζύγιο με το κοινωνικό συνονθύλευμα που ήταν κάποτε οι «μη προνομιούχοι», αλλά χάθηκε μέσα στον χυλό του μεσαίου χώρου, μεταλλάχθηκε, διαφοροποιήθηκε και διασπάστηκε. Κάποιοι μεταμορφώθηκαν σε προνομιούχους, σε τροφίμους του κρατικού πρυτανείου, σε ευνοούμενους του Μίδα. Άλλοι έμειναν στάσιμοι, «μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας». Κι άλλοι ρίχτηκαν στον κοινωνικό Καιάδα και βρίσκονται ίσως σε χειρότερο σημείο από τότε που πίστεψαν διαδοχικά τις επαγγελίες του σοσιαλισμού, της αλλαγής, της προόδου ή του εκσυγχρονισμού.
Αλλά το πένθος -λένε οι ψυχολόγοι- έχει έναν βαθύτατα παιδαγωγικό, λυτρωτικό χαρακτήρα. Ισχύει για πρόσωπα, ενδεχομένως να μπορεί να ισχύσει και για συλλογικότητες. Καταβυθιζόμενο στη θλίψη του, το ΠΑΣΟΚ έχει τρεις ιστορικές ευκαιρίες: Πρώτον, να γίνει κόμμα – διότι ουδέποτε υπήρξε κάτι παραπάνω από μια λέσχη φίλων της εξουσίας, ένα κόμμα-κράτος, ένα «κίνημα» αλλά χωρίς πολλά-πολλά με τα κινήματα. Να μαλώσει με τον εαυτό του, να παίξει ξύλο, να αντιπαρατεθεί, να γίνει ένας ζωντανός πολιτικός οργανισμός, που διαφωνεί, συντίθεται, ενδεχομένως και αποσυντίθεται ή διασπάται. Δεύτερον, ν’ αναζητήσει καινούργιους φίλους, συμμάχους, πιθανότατα στα στρώματα που έμειναν έξω από το εικοσάχρονο πανηγύρι της εξουσίας, αποκλεισμένα και πεινασμένα. Το να αναλωθεί στην ανακατάληψη του χώρου που έχει ήδη αλώσει η Νέα Δημοκρατία είναι περιττός κόπος. Πόσα κεντρώα κόμματα χρειάζεται αυτή η κοινωνία πια; Νισάφι! Τρίτον, το ΠΑΣΟΚ έχει την ευκαιρία να γίνει αυτό που έπρεπε να είναι ήδη από τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, αλλά δεν έγινε ποτέ. Η αριστερή σοσιαλδημοκρατία που δεν διέθετε ποτέ το ελληνικό κομματικό σύστημα, η πολιτική δύναμη που θα πάψει να βλέπει την επέκεινα Αριστερά σαν ορντέβρ πριν το μεγάλο φαγοπότι.
Τι μπορεί να προκύψει απ’ αυτή τη νέα χημεία; Μια εναλλακτική πρόταση εξουσίας; (Ησυχάστε, η λέξη τουλάχιστον, δεν δαγκώνει). Άγνωστο, αλλά είναι μια ευκαιρία για να ξεφύγουμε απ’ τον απίστευτο πολιτικό πολτό που καταναλώνουμε εδώ και δεκαετίες.
Για να πάω λίγο παραπέρα την σκέψη σας να προσθέσω πως έχουμε την αίσθηση πως ο νερόβραστος ερωτισμός του ΠΑΣΟΚ δεν έφτασε ποτέ στα άκρα της ευχαρίστησης αφού πάντα τραβιόνταν πριν το ...τέλος.
ReplyDeleteΑποτέλεσμα να μην έχει σπάσει ποτέ το πετσάκι και τώρα να κινδυνεύει το όλον σώμα ΠΑΣΟΚ να αντιδράσει βίαια και να παραδώσει την μεν βάλaνο στον Βενιζέλο το δε υπόλοιπο πέοs στον Παπανδρέου. Πιστεύω έτσι να μείνουν κι οι δυο ευχαριστημένοι να ζήσουνε οι μισοί με τους Τσοβόλες τους κι άλλοι με τους Κουλουρο-Παπαντωνίου τους καλά κι εμείς οι πάντοτε απέξω ...καλύτερα!
Πολλή ανανέωση έπεσε τελευταία στο κίνημα και δεν αισθάνομαι καλά!
«Το ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, είχε ελάχιστες εμπειρίες αντιπολίτευσης»
ReplyDeleteΝομίζω ότι διαγράφεις μία ολόκληρη επταετία (1974-81), για να μην βάλω και τα χρόνια της δικτατορίας του ΠΑΚ. Στα χρόνια αυτά και το ΠΑΣΟΚ και τα μέλη του νομίζω πως γνώρισαν και «μώλωπες» και «γρατζουνιές» και «έρωτες». Έζησες εκείνα τα χρόνια και μπορείς εύκολα να φέρεις στην μνήμη σου και των ΠΑΣΟΚων τους αγώνες.