Ο νέος Μεσσίας μπορούσε να γεννηθεί στα γκέτο του Μπρούκλιν, σ’ ένα εργατικό νοικοκυριό της Σανγκάης, σ’ ένα μισογκρεμισμένο χαμόσπιτο της Ραμάλα, σ’ ένα ερείπιο της Βηρυτού, σ’ έναν καταυλισμό λαθρομεταναστών στη Γερμανία…
Ολες οι προφητείες συμφωνούσαν ότι κι αυτός ο Μεσσίας θα γεννιόταν στην Ανατολή. Ολοι οι Μεσσίες μέχρι σήμερα γεννήθηκαν στην Ανατολή. Την Εγγύς, τη Μέση ή την Απω. Συμφωνούσαν επίσης ότι είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου. Οτι ο ιστορικός κύκλος βρισκόταν σε κείνη την κρίσιμη καμπή που προϊδεάζει για κάποιο συγκλονιστικό γεγονός, μια επαναστατική τομή που διαταράσσει την μελαγχολική, ελικοειδή εξέλιξη της ιστορίας. Δεν συμφωνούσαν πάντως οι προφήτες- φιλόσοφοι, θεοσοφικοί, αστρολόγοι, καφετζούδες, γκουρού των αγορών, μελλοντολόγοι- ότι ο νέος Μεσσίας θα ήταν ένας κήρυκας της αγάπης, ένας «θεός» συμφιλίωσης, όπως σχεδόν όλοι οι προηγούμενοι: ο Ιησούς, ο Μωάμεθ, ο Βούδας. Ο Μεσσίας θα προσαρμοζόταν στο θρίαμβο των νέων μικρών θεών που έρεαν ήδη στους χυμούς των ανθρώπων: των θεών της αγοράς και του ανταγωνισμού ως μοναδικών όρων επιβίωσής ατόμων, ομάδων, τάξεων, εθνών στην τρίτη μετά Χριστόν χιλιετία.
Ούτε τα πιο επικαιροποιημένα ωροσκόπια- με τον Πλούτωνα εκτός πλανητικού χάρτη πια- ούτε τα πιο σύγχρονα μαθηματικά μοντέλα, ούτε τα πιο εμπνευσμένα think tank, ούτε οι πιο προωθημένες θεωρίες περί ασύμμετρων απειλών έδιναν ένα σαφές στίγμα για τον τόπο γέννησης του νέου Μεσσία, πέρα από τη γενική βεβαιότητα ότι θα γεννιόταν κάπου στην Ανατολή. Αλλά, «τι εστί Ανατολή;» αναρωτιόντουσαν οι πιο ψαγμένοι μελλοντολόγοι. Κι η απάντηση ήταν μια αχανής έρημος άγνοιας, σχεδόν όση κι ο πλανήτης: Ανατολή είναι ότι ζει στη σκιά της δυτικής ευημερίας. Μ’ αυτή την έννοια ο νέος Μεσσίας μπορούσε να γεννηθεί σ’ ένα γκέτο του Μπρούκλιν, σ’ ένα εργατικό νοικοκυριό της Σανγκάης, σ’ ένα μισογκρεμισμένο χαμόσπιτο της Ραμάλα, σ’ ένα ερείπιο της Βηρυτού ή της Βαγδάτης, σ’ έναν καταυλισμό λαθρομεταναστών στη Γερμανία, σε ένα ξύλινο σκάφος που περνά την απόγνωση της Αφρικής στις ακτές της Ισπανίας.
Δεν είχαν προθέσεις Ηρώδη όλοι αυτοί που αναζητούσαν εναγωνίως τον ακριβή τόπο της γέννησης του νέου Μεσσία. Η τεχνολογία της σφαγής ήταν ξεπερασμένη: τη δουλειά την έκαναν συστηματικά, χρόνια τώρα, η εξαγωγή της δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή, οι επεμβάσεις στο Ιράκ, η ανοικτή πληγή της Παλαιστίνης, οι μαζικές επενδύσεις στην Κίνα, ο εκδημοκρατισμός των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, η χρηματοδότηση των εμφυλίων στην Αφρική, οι κινήσεις των επενδυτικών κεφαλαίων από τη μια χώρα στην άλλη, οι μαζικές μετατοπίσεις υπεραξίας από τις χώρες της ανέχειας στις μητροπόλεις της απληστίας.
«Mission impossible», απεφάνθησαν οι χρυσοπληρωμένοι αναλυτές και κατάσκοποι σ’ ένα υπόγειο του Πενταγώνου. Το σενάριο μιας απαγωγής του νέου Μεσσία και της μεταφοράς του σε μυστική φυλακή, μέσω μυστικής πτήσης της CIA, φαινόταν αδύνατο. Μια πρόχειρη προβολή των λιγοστών δεδομένών απαιτούσε την απαγωγή περίπου πέντε εκατομμυρίων νεογνών σχεδόν σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Και το κόστος θα απαιτούσε τουλάχιστον έναν ετήσιο αμερικανικό προϋπολογισμό.
“It’ s very expensive”, συμφώνησαν και οι επιφανέστεροι οικονομέτρες και αναλογιστές, που απέρριπταν το σενάριο αφανισμού ολόκληρου του κοινωνικού ιστού από τον οποίο θα αναδυθεί ο νέος Μεσσίας: της χώρας του, της τάξης του, της φυλής του, της σέχτας του. Αλλωστε δεν είχαν κανένα στοιχείο για όλα αυτά.
«Γιατί δεν τον εξαγοράζουμε;» πρότειναν επιπόλαια οι διαχειριστές των σημαντικότερων hedge funds του πλανήτη, που επένδυαν με την ίδια άνεση στον πόλεμο και την ειρήνη, στην ευημερία και στην ανέχεια, στην ομορφιά και στην ασχήμια, στη δημιουργία και στην καταστροφή. Αν και γνώριζαν κατά βάθος ότι πρότειναν την πιο ριψοκίνδυνη επένδυση από καταβολής αγορών. Τουλάχιστον στη μετά Χριστόν, μετά Βούδα και μετά Μωάμεθ εποχή.
Ανησύχησε κι ο Θεός. Πώς είναι δυνατό να είχε διατυπωθεί μια προφητεία που δεν είχε παραγγείλει, πώς είναι δυνατό να γεννηθεί ένας Μεσσίας που δεν είχε στείλει αυτός, πώς γίνεται να διαταραχθεί η επίγεια και επουράνια τάξη πραγμάτων χωρίς την έγκρισή του; Ζήλεψε κι ο Υιός του Θεού, που αισθάνθηκε απειλή για τα πρωτοτόκιά του. Εστειλε, λοιπόν, ο Θεός αγγέλους να ψάξουν σπιθαμή προς σπιθαμή τη γη, να μπούν στο μυαλό κάθε ετοιμόγεννης γυναίκας. Ακόμη και με το διάβολο συμμάχησε για να στείλει καλικάντζαρους από τα έγκατα της γης να συνδράμουν το επουράνιο σχέδιο.
Με φόντο την απόλυτη αβεβαιότητα, ένα πολυμελές επιτελείο ψυχιάτρων, ψυχοκοινωνιολόγων, αστρολόγων, διπλωματών, μάγων, γεωπολιτικών αναλυτών, μαθηματικών, μηχανικών, κατασκόπων, ρουφιάνων, σε συνθήκες απόλυτης μυστικότητας διατύπωσε τρία σενάρια για το προφίλ του νέου Μεσσία.
Το «μαύρο» σενάριο, εκτιμούσε ότι θα γεννηθεί κάπου μεταξύ Παλαιστίνης, Ιράκ και Λιβάνου, από μια οικογένεια πάμπτωχων Αράβων. Θα έρθει στον κόσμο σ’ ένα μισο-ερειπωμένο μαιευτήριο, σε μια χώρα κατεστραμμένη, σε μια κοινωνία βουτηγμένη στην απελπισία, με απύθμενη οργή για όσα της επιφύλαξε η «ροή της ιστορίας». Ο νέος Μεσσίας θα ξεδίπλωνε γρήγορα όλα του τα ταλέντα, πολλοί θα επενδύσουν στην μόρφωσή του και τελικά θα γινόταν «τρομοκράτης», επικεφαλής ενός δικτύου πολύ πιο μαχητικού και επιστημονικά οργανωμένου απ’ την Αλ Κάιντα, απαλλαγμένου από τις θεοσοφικές εμμονές της.
Το δεύτερο, «γκρίζο» σενάριο, ήθελε το νέο Μεσσία να γεννιέται κάπου στην ανατολική Κίνα, σε μια από τις αναπτυσσόμενες καπιταλιστικές της μητροπόλεις, ανάμεσα στις τεράστιες βιομηχανικές ζώνες όπου ανθούν οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές επενδύσεις. Θα ξεκινούσε από μαθητευόμενος εργάτης των δέκα δολαρίων την ημέρα, αλλά θα εξελισσόταν σε έναν πλουτοκράτη με περιουσία δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλά και με πολιτικό όραμα για τη χώρα του. Ενδεχομένως να είναι ο ηγέτης της υπερδύναμης του 2020.
Το τρίτο, το «λευκό» σενάριο, τοποθετούσε τον άγνωστο Μεσσία σε μια μητρόπολη της παρακμάζουσας Δύσης. Θα γεννιόταν σε ένα ακριβό μαιευτήριο, αδρά πληρωμένο από ασφαλιστικό ταμείο και συμπληρωματική ιδιωτική ασφάλιση. Η μεσοαστική οικογένειά του θα του παρείχε κάθε ευκαιρία μόρφωσης. Ιδιωτικό σχολείο, πανεπιστήμιο, γλώσσες, μεταπτυχιακό στο Harvard ή στο MIT, ευρύτατη κουλτούρα, κοινωνικές εμπειρίες, ταξίδια σ’ ένα σωρό μέρη του πλανήτη, από τους παραδείσους της ευμάρειας μέχρι τις κολάσεις της φτώχειας και της λιμοκτονίας. Παρ’ όλα αυτά, το μέλλον δεν θα του επιφύλασσε τίποτε παραπάνω από μια θέση (καλοπληρωμένου βέβαια) μικρομεσαίου στελέχους πολυεθνικής εταιρείας. Μετά μια μάλλον στάσιμη καριέρα, και παρά την αξιέπαινη προσπάθεια επιβίωσης στον κανιβαλικό ανταγωνισμό, στα 30 και κάτι θα έμενε και χωρίς δουλειά, αποτέλεσμα μιας αναδιάρθρωσης της εταιρείας στην οποία και ο ίδιος, άθελά του, θα είχε συμβάλει. Θα συνέχιζε την εργασιακή του περιπλάνηση σε ανάλογες θέσεις, χωρίς ποτέ να απειλήσει τις κορυφές της διοικητικής ιεραρχίας και με μια διαρκή αγωνία για το συνταξιοδοτικό του μέλλον, διαρκώς απειλούμενο από τις αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις στα ασφαλιστικά συστήματα. Στα πενήντα και κάτι, θα έβγαζε απ’ τα συρτάρια του την ογκώδη διδακτορική του διατριβή για την «ρόλο της κατάργησης των ιεραρχικών συστημάτων διοίκησης και παραγωγής στην ορθολογικότερη κατανομή του παγκόσμιου πλούτου». Ολοι οι καθηγητές του θα την είχαν επιβραβεύσει. Και όλοι θα τον είχαν συμβουλεύσει να μην τη δημοσιεύσει ποτέ.
Τη νύχτα της γέννησης – την εικαζόμενη κατά την προφητεία νύχτα, τέλη Δεκέμβρη- κανένα αξιόλογο αστρονομικό φαινόμενο δεν καταγράφηκε στον ουρανό. Κανένας κομήτης δεν πέρασε κοντά στη γήινη ατμόσφαιρα, καμιά σύνοδος των πλανητών δεν συνέβη. Τρεις μάγοι του 21ου αιώνα – δεν βγήκαν στο δρόμο φυσικά με καμήλες, αυτά ήταν πια για ερασιτέχνες- σερφάριζαν στο Ιντερνετ για οποιαδήποτε πληροφορία θα έδινε ένδειξη για τη γέννηση του νέου Μεσσία. Αλλά διαπίστωναν μια καταφανέστατη παγκόσμια συνωμοσία σιωπής. Από μιαν άποψη τους ευχαριστούσε αυτό. Τους γέμιζε προσδοκία κι ελπίδα. «Καλύτερα να μην ξέρουμε ούτε εμείς», είπε ο Μελχιόρ. «Εξάλλου, αν ξέραμε θα μας έκλειναν στο Γκουντανάμο», είπε ο Βαλτάσαρ. «Ας ελπίσουμε ότι δεν το ξέρουν ούτε η μάνα του, ούτε ο πατέρας του, ούτε καν ο ίδιος», είπε ο Γάσπαρ. «Ας ελπίσουμε ότι δεν υπήρχε ούτε κρίνος, ούτε άγγελος, ούτε θεός στην ιστορία. Δεν ξέρεις από πού να φυλαχτείς πια», κατέληξε ο Μελχιόρ. Καλού κακού έκλεισαν και το κομπιούτερ.
Ο Μεσσίας ήρθε τελικά. Χωρίς τυμπανοκρουσίες, αγγέλους, τρυφερά «ωσαννά», σκηνές λατρείας, ευαγγέλια και μανιφέστα. Θα περνούσαν χρόνια ώσπου να έκανε αισθητή την παρουσία του. Τους άφησε όλους να ζουν στην αγωνία τους. Ή στην προσδοκία τους.
ΚΙΜΠΙ
No comments:
Post a Comment